Η πολυγαμική μητριαρχία μέχρι να φτάσει στην τελική σύγκρουση με την πατριαρχία και στην ήττα από αυτή, πέρασε από δύσκολους δρόμους και αμφιλεγόμενους ατραπούς.
Στην τριλογία της ‘’Ορέστειας’’ του Αισχύλου ιδωμένης σαν γυναικοκεντρική ιστορική αφήγηση, καταγράφεται η κοινωνική θέση του άνδρα και της γυναίκας, όπως εξελίχθηκε μετά την πτώση της Τροίας και μάλιστα κατά τη διάρκεια της λεγομένης ηρωϊκής εποχής.
Στην κοσμοϊστορική αυτή καμπή, η αλλαγή συνδέεται με μια εικόνα αντιπροσωπευτική των λακωνικών παραδόσεων και αυτή είναι η εικόνα της βασίλισσας Κλυταιμνήστρας.
Η Κλυταιμνήστρα, σύζυγος του βασιλιά Αγαμέμνονα, υπήρξε η καταλυτική μορφή του μητριαρχικού κόσμου των προελλήνων.
Ο Αγαμέμνων, ο βασιλιάς των Μυκηνών, θυσιάζει σαν αρχηγός των Αχαιών την κόρη του Ιφιγένεια στην Αυλίδα, με σκοπό να φυσήξει επιτέλους ο ‘’ούριος’’ άνεμος για την εκστρατεία κατά της Τροίας. Σκοπός του ήταν να συμπαρασταθεί στον αδελφό του ξανθό Μενέλαο, βασιλιά της Λακεδαιμονικής Σπάρτης για την εθελούσια(;) απαγωγή της γυναίκας του Ελένης, κόρης της Λήδας από το Δία και αδελφής των χθονίων θεών Κάστορα και Πολυδεύκη. Μαζί του, χιλιάδες στρατός ελληνικός και πάνω από χίλια πολεμικά καράβια.
Η Κλυταιμνήστρα έτσι μένει μοναχή στο παλάτι και πλήττει.
«Είναι φρικτό να μένει έρημη στο σπίτι μια γυναίκα χωρίς άνδρα».
(“Το μεν γυναίκα πρώτον άρσενος δίχα,
ήσθαι δόμοις έρημον έκπαγλον κακόν”. Αισχ. Αγαμ. στ. 861)
Και η πλήξη λοιπόν τη φέρνει ερωτικά κοντά στον Αίγισθο.
Όταν ο Αγαμέμνων γυρίζει νικητής από την Τροία, το παράνομο ζευγάρι αναστατώνεται, και συναποφασίζεται με την προτροπή της Κλυταιμνήστρας, η δολοφονία του βασιλιά.
«Κλυταιμνήστρα: Δεν θα μπεί σε μένα ο φόβος στο σπίτι, /όσο τη φωτιά της εστίας μου συνδαυλίζει ο Αίγισθος,/ καλός μαζί μου όπως και πρώτα…. …..Κείται νεκρός ο Αγαμέμνων (τώρα), αυτός που με κατέστρεψε, (αυτός) που γλύκαινε τις Χρησηίδες εμπρος στην Τροία, …..και τριβόταν μαζί τους στο κατάστρωμα των πλοίων» Αγαμν. στιχ. 1435.
«Χορός: Όλοι οι θνητοί γεννήθηκαν ακόρεστοι από ευτυχία». Αγαμ.στ, 1331.
‘’Το μέν εύ πράσσειν ακόρεστον έφυ πάσι βροτοίσιν’’
«Κασσάνδρα: το παλάτι αποπνέει αιμοσταγή φόνο» Αγαμ. στ. 1309.
«Χορός: Από τις κραυγές του βασιλιά φαίνεται πώς τελείωσε το –ανόσιο-έργο» Αγ. 1344
«Κλυταιμνήστρα: Δεν νομίζω –όμως- πως τον βρήκε ανάξιος θάνατος./ Αυτός δεν έφερε στο σπίτι τη δόλια συμφορά; /Στο βλαστάρι μου που είχα από αυτόν, δηλ. στην πολύκλαυστη Ιφιγένεια, δεν φέρθηκε άδοξα;» Αγαμ. στ. 1520
«Κλυταιμνήστρα: (Στον Αίγισθο). Ασ’ τους αυτούς να γαυγίζουν μάταια, /εγώ κι εσύ θα κυβερνήσομε καλά αυτό το παλάτι». Αγ. Στ. 1670
«Κασσάνδρα: Δεν θα μείνει όμως από τους θεούς ατιμώρητος –αυτός -ο θάνατος» Αγαμ. στ.1279
Ο Ορέστης, ο γυιός του Αγαμέμνονα τώρα ζητεί εκδίκηση, αλλά ο Αίγισθος διαχωρίζει τις ευθύνες του: «Ο δόλος σαφώς προήλθε από τη γυναίκα». Αγαμ. στ. 1640.
Ο Ορέστης όμως πλέον δεν συγκρατείται.
«Χορός; Η μια ντροπή ακολουθεί την άλλη» Αγαμ. στ. 1560.
Έτσι σκοτώνει όχι μόνο την μοιχό σύζυγο και μάνα Κλυταιμνήστρα, αλλά και τον εραστή συναυτουργό Αίγισθο.
«Χορός: Ακόμα και αν όλοι οι ποταμοί χυθούν σε μια κοίτη / μάταια καθαρίζουν το μολυσμένο από αίμα χέρι». Χοηφ. στ. 72…
Η μητροκτονία όμως όπως και να έχει το πράγμα θεωρείται βαρύτατο έγκλημα. Οι Ερινύες μαινάδες προστάτιδες του μητρικού Δικαίου σαν φίδια ξεπετιούνται και τον περιζώνουν απειλητικά. Εκείνος, ο Ορέστης, έντρομος ζητά τη βοήθεια του Λυκείου Απόλλωνα και καταφεύγει για να σωθεί στο Μαντείο των Δελφών. ‘Αλλωστε ο Απόλλων, δεν ήταν αυτός που μαζί με την θεά Αθηνά τον είχαν συμβουλεύσει να πάρει τέτοια εκδίκηση;
Ο Απόλλων και η Αθηνά, στην προκειμένη περίπτωση εκπροσωπούν την νέα τάξη, το νέο καθεστώς της επερχόμενης πατριαρχικής εξουσίας. Μητριαρχία και Πατριαρχία, παλιό και νέο καθεστώς, παλιές και καινούργιες εξουσίες, συγκρούονται και η απόδοση του δικαίου καθυστερεί. Η εκδίκαση τελικά οδηγείται στο δικαστήριο του Αρείου Πάγου, όπου εκεί η λαϊκή ετυμηγορία καλείται να κρίνει νομικά και ουδέτερα, αφού παραμερίσει τις επιρροές του ιερατείου και τις καθιερωμένες κοινωνικές ευαισθησίες. Κι εδώ όμως οι αντίδικοι ισοψηφούν. Οι Ερινύες είναι ανυποχώρητες· μάχονται σθεναρά υπέρ του μητριαρχικού δικαίου, υπέρ της Κλυταιμνήστρας και κατά του Ορέστη.
Η Κλυταιμνήστρα, ναι, έπραξε ότι έπραξε, αλλά το έγκλημα δεν είναι βαρύ, γιατί αυτή δεν είχε το ίδιο αίμα με το θύμα, τον Αγαμέμνονα.
«Ουκ ήν όμαιμος φωτός όν κατέκτανεν». Ευμενίδες στ. 605.
Εδώ θα πρέπει να σταθώ διευκρινίζοντας ότι ο φόνος του στενού συγγενούς εξ αίματος, πατέρα, μητέρας αδελφών, παιδιών πάντοτε έφερε ιδιαίτερη βαρύτητα στο ποινικό αδίκημα. Οι ψήφοι λοιπόν μοιράζονται, η λήψη απόφασης μακραίνει μέχρι που “Ω του θαύματος’’, η θεϊκή παρέμβαση της Αθηνάς δίδει την οριστική λύση. Ο Ορέστης είναι αθώος! Έτσι έπρεπε να πράξει, και ορθώς έπραξε!
Η θεά Αθηνά εδώ, είναι η ευεργετική απάντηση στο αντεστραμμένο είδωλο της Κλυταιμνήστρας.
Η θεά είναι γυναίκα γεννημένη από άνδρα, είναι πρόθυμη· μπορεί να συμπορευτεί με τα ανδρικά συμφέροντα, αλλά και ως θηλυκή θεότητα μπορεί να προτείνει παραδεκτές θρησκευτικές και κοινωνικές αλλαγές. Μπροστά λοιπόν σ’ αυτή την καταλυτική ετυμηγορία της θεάς Αθηνάς, οι Ερινύες κάμπτονται. Τώρα με τη θεϊκή παρέμβαση μετατρέπονται σε Ευμενίδες. Οι Ερινύες δεν είναι ξεχωριστές οντότητες, αλλά αλληλοσυγκρουόμενες παρθένες, ταυτόχρονοι εκπρόσωποι της αρνητικής και θετικής πλευράς του θηλυκού αρχετύπου, σε διαπροσωπικό επίπεδο. Από κακές μαινάδες και τιμωροί μοίρες, τώρα δείχνουν το καλό τους πρόσωπο και γίνονται οι καλές Ευμενίδες και προστάτιδες του Ορέστη. Οι προστάτιδες μιάς νέας τάξης των πραγμάτων, που υποστηρίζει το πατρικό δίκαιο, την πατρική υπεροχή, την εξουσία του άνδρα· τουτέστιν την Πατριαρχία.
Η δίκη αυτή με την επίσημη πλέον ήττα της πολυγαμικής μητριαρχίας αποτελεί και την πρώτη νομική δίκη στην ιστορία της ανθρωπότητας. Παντού, από εδώ και στο εξής θα ισχύει το νέο καθεστώς. Όχι όμως απόλυτα και στη λακωνική Μάνη, όπου η Μανιάτισσα μάνα, απόγονος μιας αχαϊκής μητριαρχικής κοινωνίας, τηρεί και διεκδικεί τα κληρονομικά κυριαρχικά της δικαιώματα μέσα από τους κανόνες μιας ιδιαίτερης κατά το πλείστον μονογαμίας.